1. ΓΕΝΙΚΑ
1.1. Εγκατάσταση θέρμανσης
ενός κτιρίου είναι το σύνολο των συσκευών,κατασκευών, μηχανισμών
κλπ., που απαιτούνται για την πρόσδοση θερμικής ενέργειας στους διάφορους
χώρους του κτιρίου, με σκοπό να καλύψει τις θερμικές απώλειες προς το περιβάλλον
και επίπεδα άνεσης.
1.2. Οι εγκαταστάσεις θέρμανσης κατατάσσονται
σε κατηγορίες, ανάλογα με διάφορα κριτήρια.
Με κριτήριο:
1.4. Τα υλικά, οι συσκευές ή εξαρτήματα και οι αυτοματισμοί που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή της εγκατάστασης της θέρμανσης θα πρέπει να είναι κατάλληλα για τη χρήση που προορίζονται, άριστης ποιότητας και εφοδιασμένα με αντίστοιχη έγκριση καταλληλότητας. Ο τρόπος κατασκευής των εγκαταστάσεων και η ποιότητα των υλικών, καθώς και συστάσεις και οδηγίες καθορίζονται από τις εγκεκριμένες τεχνικές οδηγίες.
1.5. Η ενσωμάτωση στοιχείων της εγκατάστασης θέρμανσης στο φέροντα οργανισμό απαγορεύεται. Ενσωμάτωση αυτών στα μη φέροντα μέρη της οικοδομής πρέπει να αποφεύγεται, στις περιπτώσεις όμως που είναι αναπόφευκτη, επιτρέπεται εφόσον:
1.6. Εφόσον οι κλιματολογικές συνθήκες το απαιτούν, η εγκατάσταση θέρμανσης πρέπει να κατασκευάζεται με τέτοιο τρόπο, ώστε να εξασφαλίζεται επαρκής προστασία από τον παγετό, για όλα τα τμήματα της εγκατάστασης.
1.7. Η εγκατάσταση πρέπει να είναι υπολογισμένη και κατασκευασμένη κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να μην δημιουργείται θόρυβος κατά τη λειτουργία ούτε να διευκολύνεται η μετάδοση του θορύβου. Σε χώρους με ειδικές απαιτήσεις στάθμης θορύβου, πρέπει να λαμβάνονται ειδικά μέτρα. Επίσης μέτρα πρέπει να λαμβάνονται και σε χώρους με πηγές θορύβου (πχ. λεβητοστάσια), ώστε να μη δημιουργείται ενόχληση σε παρακείμενους χώρους.
2.ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΘΕΡΜΑΝΣΗΣ
2.1. Εγκατάσταση κεντρικής θέρμανσης ενός κτιρίου ή τμήματός του είναι το σύνολο των συσκευών κατασκευών, μηχανισμών κλπ. Που περιλαμβάνει θερμική επιφάνεια από μια πηγή μέσω ενός φορέα μεταφοράς θερμότητας (θερμαντικού μέσου) και την κατανέμει στους διάφορους χώρους του κτιρίου ή τμήματός του, προκειμένου να καλύψει τις θερμικές απώλειες αυτών και να διατηρήσει τη θερμοκρασία τους σε επιθυμητά επίπεδα.
2.2. Η εγκατάσταση κεντρικής θέρμανσης περιλαμβάνει το σύστημα παραγωγής του θερμαντικού τύπου, το σύστημα διανομής και μεταφοράς του θερμαντικού μέσου, το σύστημα μετάδοσης της θερμότητας στο χώρο και το σύστημα ελέγχου και αυτοματισμού της εγκατάστασης. Η εγκατάσταση κεντρικής θέρμανσης υπολογίζεται και κατασκευάζεται με τρόπο, ώστε να εξασφαλίζει την επιθυμητή θερμοκρασιακή άνεση στους επιμέρους χώρους του κτιρίου, την ασφάλεια των χρηστών και την οικονομική και απρόσκοπτη λειτουργία της. Για τον υπολογισμό της εγκατάστασης κεντρικής θέρμανσης των κτιρίων εφαρμόζονται τα αναφερόμενα στα γενικά περί εγκαταστάσεων θέρμανσης.
2.3. Οι εγκαταστάσεις κεντρικής
θέρμανσης πρέπει να πληρούν τα αναφερόμενα στις παρ.1.3, 1.4, 1.5, 1.6
και 1.7 του παρόντος άρθρου. Ειδικότερα για τις κεντρικές θερμάνσεις εφαρμόζονται
οι διατάξεις της ΤΟΤΕΕ 412/1986, μέρος 1 δίκτυα ( ΦΕΚ-67/Β/4.2.88) και
μέρος 2 λεβητοστάσια ( ΦΕΚ-177/Β/31.3.88), τα πρότυπα:
ΕΛΟΤ 234 (βαθμός απόδοσης
λεβήτων)
ΕΛΟΤ 352 (εξοπλισμός ασφάλειας)
ΕΛΟΤ 810 (εγκατάσταση ασφάλειας),
η απόφαση 30322/1170/1983
( ΦΕΚ-364/Β) του Yπουργού Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος "Σύσταση
κλιμακίων Ελέγχου Ποιότητας Περιβάλλοντος - ΚΕΠΠΕ Κεντρικής Θέρμανσης"
καθώς και η 54678/1986 ( ΦΕΚ-938/Β) κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος
Χωροταξίας και Δημοσίων 'Έργων και Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας
"Ρύθμιση θεμάτων σχετικών με τις σταθερές εστίες καύσης για τη θέρμανση
κτιρίων και νερού" ή άλλες διατάξεις που τροποποιούν τα παραπάνω.
2.4. Το σύστημα παραγωγής
του θερμαντικού μέσου μιας εγκατάστασης κεντρικής θέρμανσης περιλαμβάνει
όλες τις απαραίτητες συσκευές, διατάξεις, κατασκευές, μηχανισμούς κλπ.
Που είναι απαραίτητες για την ανύψωση της θερμοκρασίας του θερμαντικού
μέσου (θέρμανσή του).
Η θέρμανση του μέσου μπορεί
να γίνει είτε με άμεσο τρόπο με απευθείας πρόσδοση ενέργειας στο θερμαντικό
μέσο, που προέρχεται από καύση σε εστία μιας καύσιμης ύλης από ηλεκτρική
ενέργεια κλπ., είτε με έμμεσο τρόπο, δηλαδή τη θέρμανσή του με ένα άλλο
θερμαντικό μέσο ψηλότερης θερμοκρασίας (νερό, ατμό κλπ.).
2.4.1.1. Εάν σε ένα κτίριο
ή χώρο υπάρχει εγκατάσταση κεντρικής θέρμανσης με συνολική θερμική ισχύ
45 KW και άνω και το θερμαντικό μέσο θερμαίνεται απευθείας (άμεσα), τότε
το συγκρότημα παραγωγής του θερμαντικού μέσου πρέπει να τοποθετείται σε
ιδιαίτερο χώρο, καλούμενο λεβητοστάσιο.
Στο λεβητοστάσιο τοποθετούνται
ένας ή περισσότεροι λέβητες παραγωγής θερμού νερού (θερμοκρασίας μέχρι
110οC) ή ατμού πίεσης μέχρι 0,5 BAR ή θερμού αέρα (αερολέβητες) ή ατμογεννήτριες
συνολικής θερμικής ισχύος 25 KW και άνω και τα στοιχεία διανομής (προσαγωγής
και επιστροφής) του θερμαντικού μέσου, το σύστημα προσαγωγής καυσίμου ή
παροχής ηλεκτρικής ενέργειας και το σύστημα απαγωγής των καυσαερίων.
2.4.1.2. Η θέση του λεβητοστασίου
στο κτίριο προσδιορίζεται σε συνάρτηση με τη θέση της καπνοδόχου, με τη
δυνατότητα προσαγωγής των καυσίμων, τη δυνατότητα αερισμού του χώρου του
λεβητοστασίου και με την κατάλληλη διάταξη των θορύβους που προκαλούνται
στο χώρο λεβητοστασίου.
Απαγορεύεται το λεβητοστάσιο
να έχει οποιοδήποτε άνοιγμα προς κλιμακοστάσιο (άνοιγμα κουφώματος, αεραγωγό,
γρίλιες κλπ.).
Κατ' εξαίρεση, επιτρέπεται
πόρτα, που είναι αναγκαία για την πρόσβαση προς αυτό, εφόσον έχει τα ακόλουθα
χαρακτηριστικά:
2.4.1.3. Το μέγεθος του λεβητοστασίου
προσδιορίζεται σε συνάρτηση με τον αριθμό και τις διαστάσεις των λεβήτων
που θα εγκατασταθούν σ' αυτό.
Κατά τον προσδιορισμό του
μεγέθους του λεβητοστασίου, πρέπει να λαμβάνεται πρόνοια, ώστε να υπάρχει
και ο αναγκαίος ελεύθερος χώρος για τη λειτουργία και τη συντήρηση των
λεβήτων, χωρίς απαίτηση ανακατασκευής τοίχων ή ανοιγμάτων.
Η διάταξη των λεβήτων μέσα
στο λεβητοστάσιο πρέπει να είναι τέτοια, ώστε για κάθε λέβητα να εξασφαλίζονται
τα εξής:
2.4.2. Καπνοδόχος.
2.4.2.1. Θεωρείται το σύνολο
των δομικών ή άλλων στοιχείων που εξασφαλίζουν την απαγωγή των καυσαερίων
στον αέρα.
2.4.2.2. Κάθε λέβητας πρέπει
να έχει ιδιαίτερη καπνοδόχο.
Επιτρέπεται η σύνδεση περισσότερων
λεβήτων στην ίδια καπνοδόχο, εάν η απαγωγή των καυσαερίων γίνεται με μηχανικά
μέσα.
Στην περίπτωση χρήσης αερίων
καυσίμων, επιτρέπεται η σύνδεση δύο ή περισσότερων λεβήτων στην ίδια καπνοδόχο.
Η καπνοδόχος πρέπει να κατασκευάζεται
από ανθεκτικά και άκαυστα υλικά και να έχει δείκτη πυραντίστασης όχι μικρότερο
από δύο ώρες.
Η καπνοδόχος πρέπει να στηρίζεται
ασφαλώς σε όλη τη διαδρομή της προς τα πάνω σε τοίχο, δάπεδο ή στο έδαφος.
2.4.2.3. Η κατασκευή της καπνοδόχου πρέπει να είναι τέτοια, ώστε να εξασφαλίζεται:
2.4.2.5. Η καπνοδόχος πρέπει
να καταλήγει τουλάχιστο 1 m πάνω από το σημείο εξόδου της 0,7 m από οποιαδήποτε
ακμή κτιρίου που βρίσκεται σε ακτίνα μικρότερη των 3,0 m από αυτή και 1,5
m από καυστά υλικά.
Σε περίπτωση που υπάρχουν
ανοίγματα που βρίσκονται ψηλότερα από την απόληξη της καπνοδόχου και σε
οριζόντια απόσταση μικρότερη 10m από αυτήν και η αρμόδια αρχή διαπιστώνει
ενόχληση από την εκπομπή καυσαερίων, μπορεί να επιβάλλει την ανύψωση της
καπνοδόχου ή να διατάξει άλλα μέτρα για τον περιορισμό της ενόχλησης σε
ανεκτά όρια.
2.4.2.6. Για κάθε καπνοδόχο
προβλέπεται άνοιγμα καθαρισμού στη βάση της, που να κλείνει ερμητικά. Προ
του ανοίγματος αυτού πρέπει να υπάρχει ελεύθερος χώρος τουλάχιστο 1 m2.
Σε περίπτωση που υπάρχει
οριζόντιο τμήμα της καπνοδόχου κάτω από το έδαφος, πρέπει να ληφθεί ειδική
πρόνοια, ώστε να παραμένει τούτο ξηρό και απρόσβλητο από τυχόν διαρροές
υπόγειων ή βρόχινων νερών.
Στο τμήμα αυτό της καπνοδόχου
πρέπει να υπάρχουν ειδικά ανοίγματα επιθεώρησης και καθαρισμού, που να
κλείνουν στεγανά με χυτοσιδηρά καλύμματα.
2.4.2.7. Καπναγωγός είναι η διάταξη που συνδέει το λέβητα με την καπνοδόχο.
Ο καπναγωγός πρέπει να είναι
θερμικά μονωμένος. Μπορεί να κατασκευαστεί από τούβλα κτιστός, από τσιμέντο
ή από χαλυβδοελάσματα (πάχους τουλάχιστο 3 mm για καπναγωγό διατομής μεγαλύτερης
των 50m2. Εάν μεταξύ του λέβητα και της καπνοδόχου δεν παρεμβάλλεται καπνοσυλλέκτης
πρέπει:
α. Να ανέρχεται με κλίση 15% τουλάχιστο, εάν είναι μεταλλικός.
β. Να έχει διατομή κατά 20% μεγαλύτερης της διατομής της αντίστοιχης καπνοδόχου
και να ανέρχεται με κλίση 1% τουλάχιστο, αν
είναι κτιστός.
Σε περίπτωση χρήσης ελαφρού
πετρελαίου (DIESEL) στις εγκαταστάσεις κεντρικής θέρμανσης, απαγορεύεται
η εγκατάσταση ειδικών συσκευών συγκράτησης αιθάλης (καπνοσυλλέκτες).
2.4.2.8. Για λέβητες θερμικής
ισχύος κάτω των 25 KW, όταν τοποθετούνται μέσα στις κατοικίες, εφαρμόζονται
οι διατάξεις της ΤΟΤΕΕ 2421/86 μέρος 2ο.
Για την περίπτωση χρήσης
μεταλλικών σωλήνων (μπουριά) για την απαγωγή των καυσαερίων, η κατασκευαστική
διαμόρφωση του τελικού τμήματος της καπνοδόχου που βρίσκεται έξω από το
κτίριο πρέπει να είναι τέτοια, ώστε:
2.4.3. Αποθήκευση καυσίμων.
2.4.3.1. Για την αποθήκευση
υγρών ή στερεών καυσίμων και για συνολική εγκατεστημένη θερμική ισχύ πάνω
από 150 KW, απαιτείται η κατασκευή ιδιαίτερου χώρου αποθήκευσης καυσίμων
στο κτίριο.
Ο χώρος αποθήκευσης καυσίμων
πρέπει να χωρίζεται από το λεβητοστάσιο ή άλλο διπλανό χώρο με τοίχο από
άκαυστα υλικά.
Ειδικά για την περίπτωση
αποθήκευσης πετρελαίου, ο τοίχος αυτός πρέπει να είναι στεγανός και ανθεκτικός
στη φωτιά. Ο τοίχος αυτός αρκεί να είναι κατασκευασμένος είτε από οπλισμένο
σκυρόδεμα είτε από δρομική πλινθοδομή εκατέρωθεν επιχρισμένη είτε από μπατική
πλινθοδομή χωρίς διαμπερείς οπές. Εναλλακτικά μπορεί ο τοίχος αυτός να
είναι οποιασδήποτε άλλης κατασκευής, εφόσον αποδεδειγμένα έχει δείκτη πυραντίστασης
τουλάχιστο μιας ώρας.
Ο χώρος αποθήκευσης πρέπει
να επικοινωνεί με τους άλλους χώρους μέσω μεταλλικής πόρτας. Ο τεχνητός
φωτισμός του χώρου επιτρέπεται μόνο με ηλεκτρικούς λαμπτήρες.
Ο χώρος αποθήκευσης καυσίμων
πρέπει να αερίζεται μέσω μόνιμου ανοίγματος προς το ύπαιθρο (κατευθείαν
ή μέσω σήραγγας). Η καθαρή επιφάνεια του ανοίγματος πρέπει να είναι ίση
τουλάχιστο με το (1/12) της επιφάνειας του χώρου της αποθήκης.
2.4.3.2. Σε περίπτωση αποθήκευσης μαζί στερεών και υγρών καυσίμων, πρέπει να λαμβάνεται πρόνοια, ώστε το τυχόν διαρρέον πετρέλαιο να μην έρχεται σε επαφή με τα στερεά καύσιμα.
2.4.3.3. Απαγορεύεται η αποθήκευση υγρών καυσίμων σε διαδρόμους, εισόδους, κλιμακοστάσια και κάτω από αυτά, κατοικούμενους ορόφους, χώρους εργασίας και εργαστήρια, καθώς και όπου, κατά την κρίση των αρμόδιων αρχών, είναι ενδεχόμενο να δημιουργηθεί συγκέντρωση ατόμων σε περίπτωση έκρηξης πυρκαγιάς.
2.4.3.4. Απαγορεύεται εφεξής
η χρήση υγραερίων καυσίμων για κεντρικές θερμάνσεις. Κατ' εξαίρεση, είναι
δυνατό να χρησιμοποιηθούν υγραέρια καύσιμα σε κτίρια με χρήση βιομηχανίας
- βιοτεχνίας (κατηγορία Ι), μετά από έγκριση του υπουργείου Βιομηχανίας,
Ενέργειας και Τεχνολογίας, όταν τα υγραέρια καύσιμα χρησιμοποιούνται και
για άλλους σκοπούς.
Γενικά, οπουδήποτε στο παρόν
άρθρο αναφέρεται η έννοια του αερίου καυσίμου, νοείται αέριο με συνεχή
παροχή από δίκτυο φωταερίου ή φυσικού αερίου πόλης.
2.4.3.5. Για εγκαταστάσεις όπου η συνολική θερμική ισχύς είναι κάτω των 25 KW και οι λέβητες μπορούν να τοποθετηθούν σε κατάλληλη θέση και μέσα στις κατοικίες, η αποθήκευση καυσίμου πρέπει να γίνεται σε ξεχωριστό χώρο, εκτός του χώρου παραμονής προσώπων και λαμβάνονται όλα τα υπό του κατασκευαστή ενδεικνυόμενα μέτρα για την ασφάλεια της λειτουργίας της όλης εγκατάστασης. Επίσης, λαμβάνονται προβλεπόμενα μέτρα πυροπροστασίας στο χώρο αποθήκευσης του καυσίμου.
2.4.3.6. Δεξαμενή πετρελαίου
χωρητικότητας μέχρι 3,0 m3 μπορεί να τοποθετείται μέσα στο λεβητοστάσιο.
Στην περίπτωση αυτή, η δεξαμενή δεν επιτρέπεται να τοποθετείται πάνω από
το λέβητα ή τον καπναγωγό. Η δεξαμενή πρέπει να απέχει από λέβητα και καπναγωγό
τουλάχιστο 2m ή να παρεμβάλλεται μεταξύ τους μονωτικό τοίχωμα,οπότε η απόσταση
αυτή μειώνεται στο 1 m
Η δεξαμενή πετρελαίου πρέπει
να στηρίζεται με ασφάλεια πάνω σε μεταλλική βάση. Η επιφάνεια του δαπέδου
κάτω από τη δεξαμενή πρέπει να διαμορφώνεται σαν ένα είδος λεκάνης από
σκυρόδεμα, τέτοιας χωρητικότητας που να εξασφαλίζεται η συγκέντρωση σε
αυτή όλης της διαρρέουσας ποσότητας.
Απαγορεύεται η σύνδεση τυχόν
αποχέτευσης του χώρου της δεξαμενής πετρελαίου με την εγκατάσταση αποχέτευσης
του κτιρίου.
Εάν είναι επιθυμητή η αποχέτευση
της λεκάνης της δεξαμενής, αυτή πρέπει να καταλήγει εκτός του κτιρίου σε
ειδική εγκατάσταση (πχ. σε στεγανό φρεάτιο κλπ.).
Για να είναι δυνατός ο έλεγχος
της στεγανότητας από όλες τις πλευρές της δεξαμενής πετρελαίου, ορίζονται
σαν ελάχιστες επιτρεπόμενες αποστάσεις των πλευρών της δεξαμενής από τους
απέναντι τοίχους οι ακόλουθες:
2.4.4. Θερμικοί υποσταθμοί.
2.4.4.1. Εάν σε ένα κτίριο ή χώρο
υπάρχει εγκατάσταση κεντρικής θέρμανσης, ανεξάρτητα από τη συνολική θερμική
ισχύ, και το θερμαντικό μέσο θερμαίνεται έμμεσα, δηλαδή από άλλο θερμαντικό
μέσο υψηλότερης θερμοκρασίάς (πχ. θερμό νερό, υπέρθερμο νερό, ατμό κλπ.),
που παρέχεται στο κτίριο ή στο χώρο από δημόσιο, δημοτικό ή άλλο δίκτυο,
τότε το συγκρότημα παραγωγής του θερμαντικού μέσου του κτιρίου (πχ. νερό,
ατμός, αέρας κλπ.) πρέπει να τοποθετείται σε ιδιαίτερο χώρο, καλούμενο
θερμικό υποσταθμό.
2.4.4.2. Στο θερμικό υποσταθμό συνδέονται η εγκατάσταση κεντρικής θέρμανσης του κτιρίου με την εγκατάσταση του δικτύου διανομής θερμικής ενέργειας και περιλαμβάνει το συγκρότημα απόδοσης, εναλλαγής και μέτρησης θερμότητας και το συγκρότημα διανομής στο κτίριο ή το χώρο.
2.4.4.3. Στους θερμικούς υποσταθμούς λαμβάνονται υποχρεωτικά όλα τα απαραίτητα μέτρα ασφάλειας που προβλέπονται από τους οικείους κανονισμούς, τεχνικές οδηγίες κλπ. για τις αντίστοιχες εγκαταστάσεις διανομής (πχ. θερμό νερό, υπέρθερμο νερό, ατμό χαμηλής ή ψηλής πίεσης κλπ.). Εάν δεν υφίσταται εθνικός κανονισμός, τότε ισχύουν τα αναφερόμενα στους γερμανικούς κανονισμούς.
2.4.4.4. Η θέση του θερμικού υποσταθμού
στο κτίριο προσδιορίζεται κυρίως από τη δυνατότητα αερισμού του χώρου και
την κατάλληλη και οικονομική διάταξη των απαιτούμενων σωληνώσεων.
Ο θερμικός υποσταθμός, εκτός της περίπτωσης
που το θερμαίνον μέσο (πρωτεύον) είναι θερμό νερό θερμοκρασίας κάτω των
100oC, απαγορεύεται να έχει οποιοδήποτε άνοιγμα προς κλιμακοστάσια (άνοιγμα
κουφώματος, αεραγωγό, γρίλιες κλπ.). Κατ' εξαίρεση, επιτρέπεται πόρτα,
που είναι αναγκαία για την πρόσβαση προς αυτό, εφόσον έχει τα ακόλουθα
χαρακτηριστικά:
2.4.4.5. Οι διαστάσεις του θερμικού
υποσταθμού καθορίζονται από πολλούς παράγοντες που έχουν σχέση με τον τρόπο
θέρμανσης του θερμαντικού μέσου (δευτερεύοντος) του κτιρίου, δηλαδή εάν
είναι άμεσος (με ανάμειξη) ή έμμεσος (με εναλλάκτη θερμότητας), με το είδος
του θερμαίνοντος μέσου (πρωτεύοντος), πχ. νερό, ατμός κλπ.
Γενικά, ισχύουν τα αναφερόμενα στην
παρ. 2.4.1.3 για τα λεβητοστάσια, πλην των εδαφίων (α) και (β) (περί οριζόντιων
αποστάσεων των πλευρών του λέβητα που φέρει την εστία και την έξοδο των
καπναερίων), όπου αντί της έννοιας λέβητας νοείται εναλλάκτης θερμότητας,
μειωτής πίεσης, ρυθμιστής πίεσης ή δοχείο συμπυκνωμάτων.
Ειδικά για την περίπτωση συσκευής
με επιμήκη εξαρτήματα, όπως πχ. τα θερμαντικά στοιχεία εναλλακτών θερμότητας
ή δοχείων συμπυκνωμάτων, πρέπει να λαμβάνεται πρόνοια, ώστε να υπάρχει
αρκετός χώρος μεταξύ της παρειάς του μηχανήματος και του απέναντι τοίχου
ή άλλου μηχανήματος, ώστε να είναι ευχερής η εξαγωγή του θερμαντικού στοιχείου
χωρίς την αποσυναρμολόγησή της.
2.4.4.6. Ο χώρος του θερμικού υποσταθμού
πρέπει κατά το δυνατό να εξαερίζεται ομοιόμορφα. Για τον αερισμό του υποσταθμού
πρέπει να υπάρχουν δύο ανοίγματα επικοινωνίας με το ύπαιθρο κατευθείαν
ή μέσω σηράγγων: το ένα για την προσαγωγή του αέρα (αερισμός) και το άλλο
για την απαγωγή του αέρα (εξαερισμός).
Οι διατομές των ανοιγμάτων αερισμού
και εξαερισμού υπολογίζονται σε 2 cm2 και 3 cm2 ανά KW θερμικής ισχύος
αντίστοιχα για τον εξαερισμό και αερισμό με ελάχιστη επιφάνεια 200 cm2
και 300 cm2 αντίστοιχα.
Η έξοδος των ανοιγμάτων αερισμού,
εξαερισμού ή των σηράγγων πρέπει να απέχει τουλάχιστο 50 cm από οποιοδήποτε
άνοιγμα άλλων χώρων παραμονής κοινού.
Όταν χρησιμοποιούνται σήραγγες, πρέπει
να έχουν διατομή κατά 150% μεγαλύτερη της διατομής του ανοίγματος και στάθμη
πυθμένα 30 cm κάτω από το άνοιγμα αερισμού, ώστε να είναι δυνατός ο καθαρισμός
της σήραγγας. Ανοίγματα προς το ύπαιθρο που βρίσκονται κοντά σε χώρους
με κυκλοφορία και χαμηλότερα από 2 m από το κατάστρωμα πρέπει να προστατεύονται
με ανθεκτικά κιγκλιδώματα.
2.4.4.7. Οι θερμικοί υποσταθμοί πρέπει
να αποτελούν σαφώς ξεχωριστό χώρο εντός ή εκτός του υπόλοιπου οικοδομικού
όγκου και να περιβάλλονται από τοίχους. Η επικοινωνία του υποσταθμού με
το κτίριο πρέπει να γίνεται με διάδρομο ή άλλο χώρο μικρής κυκλοφορίας
ατόμων μη κατοικήσιμο.
Ο θερμικός υποσταθμός δεν πρέπει να
επικοινωνεί άμεσα με χώρους διαρκούς παραμονής ανθρώπων. Οι πλευρικοί τοίχοι,
το δάπεδο και η οροφή του πρέπει να κατασκευάζονται από υλικά ανθεκτικά
σε ψηλές θερμοκρασίες. Μετά την επίκριση των τοίχων αυτών, λαμβάνεται μέριμνα
για το κλείσιμο των πόρων, ώστε να εξασφαλίζουν αεροστεγανότητα.
Το δάπεδο του υποσταθμού πρέπει να
έχει λεία επιφάνεια.
Οι δίοδοι των σωληνώσεων διαμέσου
τοίχων, οροφής ή δαπέδων του υποσταθμού πρέπει να είναι αεροστεγώς κατασκευασμένες,
ώστε να μην υπάρχει διαρροή αερίων σε άλλους χώρους.
Στον υποσταθμό πρέπει να υπάρχει παροχή
ψυχρού νερού και αποχέτευση δαπέδου.
2.4.4.8. Οι πόρτες του υποσταθμού πρέπει να είναι μεταλλικές, να ανοίγουν προς τα έξω, να έχουν μηχανισμό επαναφοράς στην κλειστή θέση και να κλειδώνουν ασφαλώς. Κλειδί της πόρτας του υποσταθμού θα βρίσκεται μόνιμα κοντά στην πόρτα.
2.5.Σύστημα μεταφοράς και διανομής
2.5. Το σύστημα μεταφοράς
και διανομής του θερμαντικού μέσου στους διάφορους χώρους του κτιρίου περιλαμβάνει
όλες τις απαραίτητες διατάξεις, συσκευές, κατασκευές, μηχανισμούς, που
είναι απαραίτητα για τη μεταφορά της θερμικής ενέργειας στους διάφορους
χώρους του κτιρίου είτε άμεσα (πχ. προσαγωγή θερμού αέρα στο χώρο) είτε
έμμεσα (πχ. προσαγωγή θερμαντικού μέσου στις επιφάνειες εναλλαγής του χώρου,
θερμαντικά σώματα κλπ.), δηλαδή αεραγωγούς και σωληνώσεις.
2.5.1. Σωληνώσεις
2.5.1.1. Οι σωληνώσεις της
εγκατάστασης κεντρικής θέρμανσης τοποθετούνται με τρόπο, ώστε να εναρμονίζονται
με την οικοδομική κατασκευή. Τα δίκτυα σωληνώσεων πρέπει να πληρούν τα
αναφερόμενα στις παρ. 1.5, 1.6 και 1.7 του παρόντος άρθρου.
2.5.1.2. Κατά την κατασκευή
του δικτύου σωληνώσεων της εγκατάστασης θέρμανσης, απαγορεύονται οι ενώσεις
σωλήνων μέσα στο σώμα των τοίχων, καθώς και των δαπέδων.
Όπου οι σωληνώσεις διέρχονται
από οικοδομικά στοιχεία, δάπεδα, τοίχους, οροφές, πρέπει να τοποθετούνται
μέσα σε δακτυλίους διέλευσης.
Οι δακτύλιοι αυτοί έχουν
κατάλληλη διάμετρο, ώστε να επιτρέπονται μικρομετακινήσεις των σωληνώσεων
κατά τις θερμικές διαστολές χωρίς να προκαλούνται βλάβες.
Η διέλευση σωληνώσεων από
οικοδομικά στοιχεία (τοίχο, δάπεδα, οροφές κλπ.) πρέπει να εξασφαλίζει
αντοχή σε πυρκαγιά τέτοια, ώστε να μη μειώνεται η αντοχή των στοιχείων
που διαπερνούν οι σωληνώσεις.
Τα εξαρτήματα στήριξης,
έδρασης και ανάρτησης σωλήνων πρέπει να είναι κατασκευασμένα από μέταλλο
ίδιας σύνθεσης με το σωλήνα που στηρίζουν, ώστε να αποφεύγεται η ηλεκτροχημική
διάβρωση.
2.5.2. Αεραγωγοί
2.5.2.1. Για τους αεραγωγούς ισχύουν
επίσης τα αναφερόμενα στην παρ. 2.5.1.1.
2.5.2.2. Οι αεραγωγοί πρέπει να είναι
κατασκευασμένοι από κατάλληλα υλικά, όπως σίδηρο, χάλυβα, αλουμίνιο, σκυρόδεμα,
φυσικούς ή τεχνητούς λίθους, άργιλο, αμιαντοτσιμέντο. Επίσης, πρέπει να
είναι στεγανοί σε όλη τους τη διαδρομή και να μην έχουν άλλα ανοίγματα,
εκτός από αυτά που απαιτούνται για τη σωστή λειτουργία και συντήρηση του
συστήματος.
Επίσης πρέπει να λαμβάνεται ειδική
μέριμνα και μέτρα, ώστε να μη μεταδίδεται διαμέσου των αεραγωγών θόρυβος
που να είναι πάνω από τα ανεκτά όρια είτε αυτός προέρχεται από τη λειτουργία
μηχανημάτων είτε από χώρους μέσα από τους οποίους διέρχεται ο αεραγωγός.
2.5.2.3. Για τους αεραγωγούς ισχύουν
επίσης τα αναφερόμενα στην 2423/1986 ΤΟΤΕΕ
2.6. Το σύστημα μετάδοσης της θερμότητας.
2.6. Το σύστημα μετάδοσης
της θερμότητας στους διάφορους χώρους περιλαμβάνει τις απαραίτητες συσκευές
κατασκευές, μηχανισμούς κλπ., που απαιτούνται για την πρόσδοση της θερμικής
ενέργειας στους χώρους.
2.6.1. Η πρόσδοση της θερμικής
ενέργειας μπορεί να γίνει είτε με άμεσο τρόπο, δηλαδή προσαγωγή θερμού
αέρα στο χώρο, είτε με έμμεσο τρόπο, δηλαδή με προσαγωγή ενός θερμαντικού
μέσου σε μια συσκευή, διάταξη (θερμαντικά σώματα, μονάδες ανεμιστήρα στοιχείου
κλπ.), μέσα στο χώρο, η οποία διαθέτει επιφάνεια εναλλαγής θερμότητας και
αποδίδει τη θερμότητα είτε με ακτινοβολία (θερμαντικά σώματα) είτε με μεταβίβαση
στον αέρα του χώρου (μονάδες ανεμιστήρα στοιχείου)
είτε και με τα δύο.
2.6.2. Ανεξάρτητα από το είδος της
θερμαινόμενης επιφάνειας που θα χρησιμοποιηθεί για θέρμανση χώρου, θα πρέπει
η σχεδίαση, ο υπολογισμός και η κατασκευή να γίνει με τρόπο, ώστε να επιτυγχάνεται
ομοιόμορφη κατανομή θερμότητας στο θερμαινόμενο χώρο και να δημιουργούνται
συνθήκες ευεξίας στους ανθρώπους που παραμένουν σε αυτόν.
2.6.3. Σε περίπτωση χρησιμοποίησης
του θερμαντικού μέσου σε θερμοκρασία μεγαλύτερη των 95oC, πρέπει να λαμβάνονται
μέτρα για την προστασία προσώπων από τυχαία επαφή που μπορεί να προκαλέσει
ατυχήματα.
2.6.4. Για όλα τα εξαρτήματα του συστήματος
μετάδοσης της θερμότητας, ισχύουν τα αναφερόμενα στις παρ. 1.5, 1.6, 1.7
και 2.5.4 του παρόντος άρθρου.
2.6.5. Στην περίπτωση της θέρμανσης
επιφανειών, ειδική μέριμνα πρέπει να δοθεί στην ενσωμάτωση των συστημάτων
μετάδοσης στα οικοδομικά στοιχεία.
Τα υλικά που θα χρησιμοποιηθούν πρέπει
να έχουν χρόνο ζωής αντίστοιχο της οικοδομικής κατασκευής. Η μέση θερμοκρασία
της επιφάνειας θέρμανσης δεν πρέπει να ξεπερνάει τους 35oC προκειμένου
για οροφή και τους 28oC προκειμένου για δάπεδο.
Ο υπολογισμός της θέρμανσης επιφανειών
(οροφής ή δαπέδου) πρέπει να γίνεται σύμφωνα με την οδηγία ΤΟΤΕΕ 2421/1986
μέρος 1ο.
2.7.Σύστημα ελέγχου και αυτοματισμού
2.7. Σε κάθε κτίριο ή χώρο,που
θερμαίνεται με κεντρική θέρμανση,πρέπει να περιλαμβάνεται στην εγκατάσταση
σύστημα ελέγχου και αυτοματισμού είτε κεντρικό είτε τοπικό, ώστε να επιτυγχάνεται
και εξοικονόμηση ενέργειας σε συνδυασμό με την άνεση των χρηστών του κτιρίου.
Το σύστημα ελέγχου και αυτοματισμού
πρέπει να είναι κατά τέτοιο τρόπο σχεδιασμένο και κατάσκευασμένο,
ώστε να μπορεί να διατηρεί τη θερμοκρασία των χώρων +2oC -3oC απ'την επιθυμη-τή
θερμοκρασία του χώρου,όπως καθορίζεται από τον κανονισμό θερμομόνωσης για
κάθε χώρο.
3. ΤΟΠΙΚΕΣ ΘΕΡΜΑΝΣΕΙΣ
3.1. Τοπική θέρμανση είναι
το σύστημα θέρμανσης χώρων, στο οποίο η ενέργεια παράγεται και προσδίδεται
μέσα στον ίδιο χώρο, χωρίς την παρεμβολή συστήματος μεταφοράς.
3.2. Οι τοπικές θερμάνσεις
διακρίνονται σε δύο κατηγορίες: